Η ελπίδα κείται μακράν (3)
Οι καιροί είναι τόσο περίεργοι, που πλέον δε χρειάζεται κανείς να ψάχνει και να ανακαλύπτει στοιχεία για την παράδοση της χώρας μας. Οι υπεύθυνοι γι’ αυτό το έργο, τα λένε μόνοι τους, δίχως να τους πιέσεις κανείς. Και όχι μόνο μοιράζουν τα κομμάτια της πατρίδας δημόσια, αλλά το κάνουν και με περηφάνια.
Λένε, ας πούμε για παράδειγμα, ότι αυτοί είναι οι ψύχραιμοι, οι σκεπτόμενοι και οι γνώστες, ενώ οι «άλλοι», αυτοί που δεν θέλουν να μικρύνει η Ελλάδα, είναι λαϊκιστές, λιγόμυαλοι και άξεστοι εθνικιστές.
Κρατάνε για τον εαυτό τους τον τίτλο του «ρεαλιστή πολιτικού» και μοιράζουν στους «άλλους» ταμπέλες όπως ονειροπαρμένος και αμόρφωτος.
Πιο εκνευριστικό, όμως, απ’ όλα είναι ότι αυτοί που προωθούν τον διαμελισμό και διαμερισμό της Ελλάδας δηλώνουν με περίσσιο θράσος ότι αυτοί είναι οι πραγματικοί πατριώτες, που αγαπάνε τη χώρα και θέλουν να τη δουν να ευημερεί σε ένα ειρηνικό περιβάλλον, άσχετα αν απομείνει η μισή (αυτό το τελευταίο το αφήνουν να εννοηθεί).
Στις 18 Φεβρουαρίου του 2020, διοργανώθηκε μία συζήτηση με θέμα «Μας συμφέρει η Χάγη;». Διοργανωτής ήταν το Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ). Εντελώς φιλικά σας λέω ότι όπου ακούτε ΕΛΙΑΜΕΠ να πηγαίνετε τοίχο – τοίχο. Θερμοκήπιο ανθελληνισμού και παγκοσμιοποίησης.
Επιστρέφουμε στην εκδήλωση. Ομιλητές ήταν οι: Γιώργος Παπανδρέου, Ντόρα Μπακογιάννη, Γιώργος Κατρούγκαλος και Χρήστος Ροζάκης.
Τώρα μπορεί να αναρωτηθεί ο καθένας και ποιος εκπροσωπούσε την άλλη άποψη; Μα, φυσικά, κανείς! Δεν υπάρχει άλλη άποψη. Όπως μάλιστα τόνισε χαρακτηριστικά η Μπακογιάννη: «Χαίρομαι που εδώ είμαστε οι εκπρόσωποι και των τριών κομμάτων και έχουμε τις ίδιες θέσεις».
Αλίμονο αν δεν χαιρόταν και αλίμονο σε όποιον δεν καταλαβαίνει πώς φτάσαμε στο σημείο τα τρία μεγάλα κόμματα να έχουν πλήρη ταύτιση σε ανθελληνικές θέσεις.
Οι τρεις πολιτικοί, λοιπόν, και ο Ροζάκης συμφώνησαν ότι:
α) Μπορούμε να πάμε στη Χάγη, αλλά δεν θα δικαιωθούμε στο βαθμό που θέλουμε.
β) Πρέπει να επιδιώκουμε μονίμως διάλογο με την Τουρκία.
γ) Δεν πειράζει που η Τουρκία παραβιάζει όλα τα Δίκαια που υπάρχουν και προχωρά ακόμη και σε παράνομες γεωτρήσεις, διότι οι παράνομες ενέργειες της Τουρκίας δεν παράγουν Δίκαιο (!!!)
δ) Να μην κάνουμε πόλεμο γιατί θα τον χάσουμε και μετά θα χρειαστεί να συζητήσουμε με την Τουρκία από χειρότερη θέση.
ε) Να μην κάνουμε πόλεμο με την Τουρκία επειδή είμαστε σε χειρότερη θέση από άποψη εξοπλισμού.
στ) Να φροντίσουμε να αγοράσουμε ακόμη περισσότερα πολεμικά πλοία, αεροπλάνα, τανκς, αλλά όχι για να τα χρησιμοποιήσουμε σε πόλεμο. Να τα αγοράσουμε για να πάμε καλύτερα προετοιμασμένοι στο διάλογο με την Τουρκία (ναι, η Μπακογιάννη το είπε).
στ) Να συζητήσουμε με την Τουρκία όλα τα θέματα που μας αφορούν (ουσιαστικά όλα τα θέματα που βάζει η Τουρκία, διότι η Ελλάδα δεν νομίζω ότι διεκδικεί κάτι από την Τουρκία).
Μπορείτε να δείτε ολόκληρη την εκδήλωση πατώντας εδώ
Ας δούμε πόση λογική έχουν τα παραπάνω συμπεράσματα.
Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης, ομότιμος καθ
«Έτσι παρουσιάζεται το εξόχως παράδοξο και αντιφατικό φαινόμενο η Ελλάδα, η οποία με κάθε ευκαιρία διακηρύσσει σε όλους τους τόνους από τον ανώτατο πολιτειακό άρχοντα μέχρι το κάθε μέλος του Κοινοβουλίου, κ.ά., ότι η πολιτική της στηρίζεται στο διεθνές δίκαιο, ότι δεν θέλει τίποτα άλλο παρά να εφαρμοσθεί το διεθνές δίκαιο, να είναι αμήχανη έως φοβισμένη να παραπέμψει τις (νομικές) διαφορές της με την Τουρκία στο Διεθνές Δικαστήριο! Έχουμε το (διεθνές) δίκαιο υποτίθεται με το μέρος μας αλλά παρά ταύτα δεν δεχόμαστε να κριθούν (όλες) οι διαφορές μας στη Δικαιοσύνη. Λόγω ακριβώς αυτού του φόβου η Ελλάδα έχασε μια τεράστια και μοναδική ευκαιρία να επιλύσει πιθανότατα τις ελληνοτουρκικές διαφορές το 2004. Και την έχασε όταν η τότε κυβέρνηση της ΝΔ αρνήθηκε σε εφαρμογή των ρυθμίσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ελσίνκι (Δεκέμβριος 1999) να παραπέμψει τις διαφορές στο Διεθνές Δικαστήριο (όπως προέβλεπε το «Ελσίνκι») κάτω από τον φόβο ότι το Δικαστήριο δεν θα δικαιώσει (τουλάχιστον πλήρως) την Ελλάδα. Και έτσι επέτρεψε την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία χωρίς την προηγούμενη εκπλήρωση των όρων του «Ελσίνκι». (Ας σημειωθεί ότι η Τουρκία και μάλιστα ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επιθυμούσαν τότε διακαώς την ένταξη στην Ένωση – ΕΕ.)».
Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο του Π.Κ. Ιωακειμίδη πατώντας εδώ
Διαβάζουμε τον κ. καθηγητή και σκεφτόμαστε «Τι ωραία που τα λέει!». Εμ, δεν τα λέει καθόλου καλά. Διότι ο κ. Π.Κ. Ιωακειμίδης κάνει αναφορά σε θέματα. Πολλά θέματα, με την Τουρκία. Προτείνει δηλαδή και αυτός ότι πρέπει να συνεννοηθούμε μέσω διαλόγου με την Τουρκία, να δημιουργήσουμε μία κοινή ατζέντα διαφορών μας με την Τουρκία και να τα πάμε όλα μαζί στη Χάγη.
Αυτήν την πρόταση ο κ. Ιωακειμίδης του Σημίτη την έκανε τον Ιανουάριο του 2020, το ίδιο πράγμα πρότειναν Μπακογιάννη, Παπανδρέου, Κατρούγκαλος, Ροζάκης τον Φεβρουάριο του 2020, αυτό το σενάριο προωθείται σήμερα από όλους με το άλλοθι ότι πρέπει πάση θυσία να αποφύγουμε μία σύγκρουση με την Τουρκία.
Μου φαίνεται εντελώς αδιανόητο να μη συμμετέχει σε αυτό το σενάριο και ο Ερντογάν, καθώς οι επιθετικές του δηλώσεις και οι παραβιάσεις σε θάλασσα και αέρα, πιέζουν ώστε ο διάλογος ΓΙΑ ΟΛΑ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ να επισπευστεί.
Η συνεννόηση αυτή γίνεται προφανής από τον συγχρονισμό επιθετικών κινήσεων από την πλευρά του Ερντογάν και των διαρκών πιέσεων της ελληνικής πολιτικής τάξης για συμβιβασμό, δημιουργώντας ταυτόχρονα και ένα περιβάλλον ηττοπάθειας στην ελληνική κοινωνία.
Βέβαια στο Διεθνές Δικαστήριο η Ελλάδα προσέφυγε μονομερώς το 1976 για το ζήτημα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας, χωρίς ωστόσο αποτέλεσμα επειδή δεν είχε προηγηθεί η συγκατάθεση της Τουρκίας μέσω της υπογραφής συνυποσχετικού.
Και αυτό το αδιέξοδο της προσφυγής της Ελλάδας στη Χάγη το 1976, αντί να ντρέπονται ακόμη και να το αναφέρουν όλοι αυτοί, τολμάνε να το χρησιμοποιούν ως επιχείρημα για να δεχτούμε όλες τις απαιτήσεις της Τουρκίας! Λένε δηλαδή, μα και στη Χάγη να πάμε, αν αρνηθεί την απόφαση η Τουρκία δεν θα καταφέρουμε τίποτα, ενώ αν δεχτούμε όλα τα αιτήματα της Τουρκίας ως υπαρκτά, η Τουρκία θα δεχτεί τη Χάγη.
Και φυσικά βρε ηλίθιοι θα δεχτεί τη Χάγη με αυτόν τον τρόπο η Τουρκία, διότι το Διεθνές Δικαστήριο έχει ως πάγια τακτική να βγάζει αποφάσεις ισορροπίας σε πολλαπλά ζητούμενα. Δηλαδή ναι, έχει δίκιο η Ελλάδα, αλλά ας δώσουμε και κάτι στην Τουρκία! Καταλάβαμε ποιο είναι το ζητούμενο των τριών κομμάτων; Να πάρει κάτι, λίγα ή πολλά και η Τουρκία. Διότι αν ακολουθηθεί το δόγμα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και πάμε στη Χάγη μόνο για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, το θέμα είναι τελειωμένο υπέρ της Ελλάδας. Υπάρχουν αντίστοιχα δεδικασμένα, αλλά και ξεκάθαρες περιγραφές της λύσης στο Διεθνές Δίκαιο.
Γι’ αυτό και το θέμα της συζήτησης του ΕΛΙΑΜΕΠ «Μας συμφέρει η Χάγη;» είναι εντελώς παραπλανητικό. Το θέμα του ΕΛΙΑΜΕΠ και των ομιλητών του θα έπρεπε να είναι «Τι μπορούμε να παραχωρήσουμε στην Τουρκία μέσω Χάγης για να μη φανούμε προδότες;».
Θα μπορούσαν να γραφτούν πολλά γι’ αυτό το βρώμικο παιχνίδι. Όπως για παράδειγμα, πώς γίνεται να έχουμε ξοδέψει τα περισσότερα χρήματα στον κόσμο για εξοπλιστικά προγράμματα και σήμερα να λέμε ότι έχουμε τεράστιες ελλείψεις σε εξοπλισμό; Ποιοι τα έφαγαν αυτά τα λεφτά; Ποιοι φρόντισαν να μην λάβουμε τα αντισταθμιστικά; Ποιοι άφησαν απροστάτευτη την Ελλάδα; Μα φυσικά οι πολιτικοί και φυσικοί πρόγονοι αυτών που σήμερα εμφανίζονται ως αθώοι του εγκλήματος.
Πρέπει όλοι μας να καταλάβουμε το εξής: Πλην της υπαρκτής διαφοράς οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ ( από τότε που θα θεσπιστεί) μεταξύ Ελλάδας- Τουρκίας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, όλες οι άλλες διεκδικήσεις και αιτιάσεις της Τουρκίας είναι αβάσιμες και δεν επιδέχονται υποβολή σε Διεθνές Δικαστήριο και μάλιστα υπό μορφή συμφωνίας- πακέτου, όπως επιδιώκει η Τουρκία. Επέκταση αιγιαλίτιδας ζώνης, αποστρατιωτικοποίηση των νησιών Ανατολικού Αιγαίου, περιοχή FIR, 10 ναυτικά μίλια εναέριου χώρου (που πρέπει να ταυτιστούν με 10 ή 12 ναυτικά μίλια αιγιαλίτιδας ζώνης), περιοχή έρευνας και διάσωσης (SAR), λεγόμενες «γκρίζες ζώνες», αποτελούν φαντασιώσεις της Τουρκίας. Και οι φαντασιώσεις δεν συζητούνται, εκτός αν πρόκειται για κοινές επιθυμίες εκείνου που φαντασιώνεται και του υποκειμένου της φαντασίωσής του.
Και φοβάμαι πως στη δική μας περίπτωση, όλα τα κόμματα και όλοι οι πολιτικοί φρόντισαν επί δεκαετίες να μετατρέψουν την Ελλάδα σε αντικείμενο που πληροί όλους τους όρους του υποκειμένου της φαντασίωσης της Τουρκίας, δικαιώνοντας τη φήμη πως «το πιο θλιβερό με την προδοσία είναι ότι ποτέ δεν προέρχεται από τους εχθρούς σου».